αρχ. σελίδασυντακτική ομάδατρέχον τεύχοςπροηγ. τεύχηαναζήτησηοδηγίεςεπικοινωνίαenglish

 

τεύχος 36
(Άνοιξη 2022)

περιεχόμενα

περιλήψεις

βιογραφικά

περιλήψεις

  

Δημήτρης Κολλίντζας: Προβληματισμοί ως προς την αντιστοίχηση ήχων – μακαμιών με αφορμή την δοξολογία ατζέμ ασιράν του Παρθενίου Μηλαίου στη Νέα Μέθοδο

 

Έπειτα από επιτόπια έρευνα στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο, εντόπισα τρία ακαταλογογράφητα μουσικά χειρόγραφα, το περιεχόμενο των οποίων παρουσίασα σε εισήγησή μου στο 3ο Ιεροψαλτικό Συνέδριο Κρήτης. Σε ένα από αυτά βρίσκουμε δύο δοξολογίες του Παρθενίου του Μηλαίου στη Νέα Μέθοδο σημειογραφίας. Στο παρόν άρθρο γίνεται μερική μουσικολογική ανάλυση της μίας εκ των δύο δοξολογιών, και συγκεκριμένα της δοξολογίας σε μακάμ ατζέμ ασιράν, ενώ προβάλλεται και η ταύτιση της εν λόγω δοξολογίας με τη γνωστή δοξολογία του Χουρμουζίου σε ήχο βαρύ. Επιπλέον, επιχειρείται μια αντιστοίχιση του συγκεκριμένου μακαμιού σε ήχους της βυζαντινής μουσικής. Τέλος, καταγράφονται εύλογοι προβληματισμοί ως προς την ταύτιση μακαμιών και ήχων και τυχόν συγχύσεις που προκύπτουν από τη συγκεκριμένη τακτική.

  

  

Νίκος Α. Δοντάς: Όπερες και οπερέτες ελλήνων συνθετών στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Μία πρώτη προσέγγιση

 

Το άρθρο έχει ως αντικείμενο ένα ζήτημα πολιτιστικής διαχείρισης και διαχείρισης πολιτιστικού αποθέματος. Στόχος του είναι να προσφέρει εκείνα τα συγκεκριμένα και μετρήσιμα στοιχεία, τα οποία θα συμβάλουν στην άρση συναισθηματικών προσεγγίσεων σχετικά με τη συνεισφορά της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) στη στήριξη του έργου των ελλήνων συνθετών. Τα στοιχεία αυτά, αποτελέσματα πρωτογενούς έρευνας, αφορούν στον τρόπο με τον οποίο το μοναδικό λυρικό θέατρο της χώρας αντιμετώπισε τις όπερες και τις οπερέτες ελλήνων συνθετών, σύγχρονες και ιστορικές, από την ίδρυσή του έως το 2016, και αποτελούν αυτονόητη βάση για περαιτέρω έρευνα. Όπως θα φανεί στη συνέχεια, τα καθαρά αριθμητικά δεδομένα μπορούν να οδηγήσουν σε ποιοτικά συμπεράσματα σχετικά με την συμπεριφορά του οργανισμού απέναντι στη δημιουργία: φανερώνουν τον τρόπο με τον οποίο στάθηκε η ΕΛΣ διαχρονικά απέναντι στο ελληνικό λυρικό θέατρο και την ελληνική οπερέτα, και δίνουν στοιχεία για το εάν και κατά πόσον η ΕΛΣ στήριξε τους εκάστοτε σύγχρονους συνθέτες αλλά και για τον βαθμό στον οποίο πρόβαλε την ιστορική κληρονομιά. Ο συσχετισμός της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με το Φεστιβάλ Αθηνών και το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, δύο μείζονες φορείς της αθηναϊκής μουσικής ζωής οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν έντονα στο χώρο του λυρικού θεάτρου, συμβάλλει στην περαιτέρω εξαγωγή συμπερασμάτων.

  

  

Ζαφείρης Νικήτας: Διακαλλιτεχνικές ωσμώσεις. Θέατρο και μουσική τη δεκαετία του 1960

 

Η παρούσα μελέτη εξετάζει τη σχέση μουσικής και θεάτρου τη δεκαετία του 1960, με έμφαση σε τρεις μελέτες περίπτωσης. Ειδικότερα, εξετάζονται οι παραστάσεις που δόθηκαν με το Τραγούδι του Νεκρού Αδερφού του Μίκη Θεοδωράκη το 1962, την Οδό ονείρων του Μάνου Χατζιδάκι την ίδια χρονιά καθώς και η συνεργασία του Γιάννη Χρήστου σε παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας (στον Προμηθέα δεσμώτη το 1963 και στους Πέρσες το 1965). Στη μελέτη ακτινογραφούνται αρχικά αναλυτικά οι τρεις περιπτώσεις (με έμφαση σε ειδολογικές, ιδεολογικές και αισθητικές διαστάσεις). Στη συνέχεια διατυπώνεται το ερμηνευτικό σχήμα της εργασίας, το οποίο περιλαμβάνει έξι επιλεγμένους άξονες (ο πειραματισμός των ειδών, μονάδες και συλλογικότητες, λαϊκότητα ή εκλεκτικισμός;, έθνος και κοσμοπολιτισμός, πολιτικό και (α)πολιτικό, τέλεση και επιτέλεση), ενώ ακολουθεί ένας σύντομος επίλογος. Όπως υποστηρίζω στη μελέτη, η μουσική αποτέλεσε έναν δραστικό διακαλλιτεχνικό αγωγό τη δεκαετία του 1960, οδηγώντας στην αισθητική ανανέωση του μεταπολεμικού νεοελληνικού θεάτρου και καθιστώντας τη μουσική πτυχή έναν αποφασιστικό παράγοντα του παραστασιακού φαινομένου.

  

  

Πάνος Βλαγκόπουλος: Ο πλούτος των περιγραφών ή Ο Wittgenstein και ο Adorno περί μουσικής: δοκίμιο πριν από την ανάλυση

 

H πλευρά του αντορνικού έργου που έχει τύχει λιγότερης προσοχής αφορά τις εξαιρετικές μουσικές του αναλύσεις, δραστηριότητα στην οποία εκόμισε τόσο τη φιλοσοφική σκευή του όσο και τη μαθητεία του στον Berg. Το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό των αντορνικών αναλύσεων είναι το γεγονός ότι αποφεύγει τη χρήση ειδικής γλώσσας, πέραν του τεχνικού λεξιλογίου της μουσικής θεωρίας, που εδώ αυτό πρέπει να θεωρηθεί περισσότερο κομμάτι της κοινής γλώσσας παρά μέρος μιας ειδικής αναλυτικής ορολογίας (όπως η σενκεριανή ή η pitch class set analysis). H γλωσσική πολιτική του Adorno συναντάται με κάποιες βασικές επιλογές του Wittgenstein, παρ’ όλο που οι πορείες των δύο φιλοσόφων μπορούν να χαρακτηριστούν ως ασύμπτωτες. Η κοινή δυσπιστία των δύο φιλοσόφων προς τις τεχνικές γλώσσες ξαναπιάνει έναν παλαιό φιλοσοφικό τρόπο, του οποίου οι πρώτοι διαπρύσιοι κήρυκες υπήρξαν οι Επικούρειοι. Ο Wittgenstein χρησιμοποιεί το παράδειγμα της διάκρισης μεταξύ Ψυχολογίας και Ψυχανάλυσης για να τονίσει την ιδιαιτερότητα των αισθητικών ζητημάτων: η πρώτη, που έχει την αξίωση να θεωρείται επιστήμη, παρέχει αιτίες (causes) με βάση κάποια επιστημονική υπόθεση, ενώ η δεύτερη (όπως άλλωστε και η Ηθική, η Αισθητική και η Φιλοσοφία) παρουσιάζει λόγους (reasons) στο πλαίσιο μιας περιγραφής ή αναπαράστασης (representation). Στην ανάλυση της Σονάτας για πιάνο, opus 1, του Alban Berg που παρουσιάζεται εδώ, ο Adorno δίνει μια περιγραφή δια της οποίας μπορούμε με μια ματιά να αγκαλιάσουμε όλο το έργο και να συλλάβουμε «με μιας» τη συνεκτική εικόνα μιας μουσικής για την οποία αισθανόμαστε ταυτόχρονα απορία, γοητεία και περιέργεια.

  

 

Απόστολος Παληός: 15 μικρές παραλλαγές για πιάνο: Ο βιολονίστας Νίκος Σκαλκώτας ως ερμηνευτικός οδηγός του έργου του

 

Ο Σκαλκώτας, αν και ενσυνείδητα «θυσίασε» μία ενδεχομένως πολλά υποσχόμενη σταδιοδρομία ως σολίστ του βιολιού για χάρη της συνθετικής του ενασχόλησης, εντούτοις ουδέποτε αποτίναξε από τη δημιουργική του ταυτότητα τον βιολιστικό εαυτό του. Η επισήμανση αυτή γίνεται ιδιαίτερα αισθητή (και) στις συνθέσεις του για πιάνο, με πλέον χαρακτηριστικό έργο το ατονικό του αριστούργημα του 1927 από την περίοδο του Βερολίνου, τις 15 μικρές παραλλαγές, σύνθεση που αποτελεί ευθεία παραπομπή στις αντίστοιχες 32 Παραλλαγές σε ντο-ελάσσονα, WoO 80, του Beethoven. Η παρούσα εργασία αφενός θέτει υπό εξέταση το σκαλκωτικό έργο ως ένα τυπικό δείγμα ενσωμάτωσης στην πιανιστική γραφή του συνθέτη βιολιστικών στοιχείων και αναφορών σε ορχήστρα εγχόρδων όσον αφορά την άρθρωση, τις τεχνικές, το ηχόχρωμα και το ύφος, με στόχο την ανάδειξη για τον πιανίστα μιας εκτελεστικής προσέγγισης υπό το πρίσμα του εκτελεστή εγχόρδων οργάνων, και αφετέρου παρέχει μια ερμηνευτική πρόταση απόδοσης της φραστικής του έργου σε σχέση με τη συμμετρία και την ασυμμετρία των παραλλαγών.

  

  

Δημήτρης Κοτρωνάκης: Οι κιθαριστές και οι συνθέτες για κιθάρα, στον ελληνικό κόσμο και τη διασπορά, κατά τον 19ο και 20ό αιώνα: Γνωστές και άγνωστες πτυχές της κιθαριστικής τέχνης και φιλολογίας

 

Η εργασία αυτή επιχειρεί μια διεξοδική παρουσίαση της ιστορίας της κιθάρας στον ελληνικό κόσμο και τη διασπορά, από τις αρχές του 19ου αιώνα έως τα τέλη του 20ού αιώνα. Ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί στην παρουσίαση των προσωπικοτήτων που έπαιξαν σημαντικό ρόλο ως εκτελεστές, δάσκαλοι, συνθέτες και συγγραφείς μεθόδων για κιθάρα, και στην συνεισφορά τους στην εξέλιξη του οργάνου. Εκτός από τους μουσικούς της Ελλάδας, σε αυτό το κείμενο περιλαμβάνονται κιθαριστές με ελληνική καταγωγή που έζησαν και δραστηριοποιήθηκαν στο εξωτερικό, καθώς και κιθαριστές χωρίς ελληνική καταγωγή που γεννήθηκαν στο εξωτερικό αλλά έζησαν στην Ελλάδα και πολιτογραφήθηκαν έλληνες υπήκοοι. Προβάλλονται τα επιτεύγματα των κιθαριστών, όπως επίσης και τα σημαντικά γεγονότα-ορόσημα της ελληνικής κιθαριστικής σκηνής. Ανιχνεύονται οι συνθέτες κιθάρας, καταγράφονται ξεχασμένες συνθέσεις και άγνωστοι μουσουργοί, αναλύεται η ιδιαιτερότητα των μουσικών με τη διπλή ιδιότητα του κιθαριστή – συνθέτη κιθάρας, και διερευνώνται ειδικές πτυχές της κιθαριστικής τέχνης. Τέλος, εξετάζεται η επιρροή του Andrés Segovia στην ανάπτυξη της κιθάρας στην Ελλάδα, την κρίσιμη εποχή μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

 
© 2002-2021 Περιοδικό Πολυφωνία