αρχ. σελίδασυντακτική ομάδατρέχον τεύχοςπροηγ. τεύχηαναζήτησηοδηγίεςεπικοινωνίαenglish

 

τεύχος 35
(Φθινόπωρο 2020)

περιεχόμενα

περιλήψεις

βιογραφικά

περιλήψεις

  

Γιάννης Μπελώνης: Η υποδοχή της μουσικής κριτικής έναντι της ελληνικής οπερέτας την περίοδο του μεσοπολέμου

 

Η παρούσα μελέτη εξετάζει την υποδοχή που επιφύλαξαν οι μουσικοκριτικοί του ημερήσιου και περιοδικού τύπου της υπό εξέταση περιόδου στους έλληνες συνθέτες οπερέτας. Η κριτική τους ήταν δυσμενής, πολλές φορές και εχθρική. Η στάση τους ερχόταν σε αντίθεση με την θερμή ανταπόκριση του κοινού της εποχής, που γέμιζε ασφυκτικά τα θέατρα αποθεώνοντας σε κάθε ευκαιρία τους δημιουργούς των έργων. Το σύνολο των μουσικοκριτικών της περιόδου του μεσοπολέμου, που συνεργάστηκε σε σταθερή βάση με τον ημερήσιο και περιοδικό τύπο, απέφευγε συστηματικά να παραστεί σε κάποιες από τις εκατοντάδες παραστάσεις και τις δεκάδες πρεμιέρες ελληνικής οπερέτας. Με την στάση τους αυτή, οι μουσικοκριτικοί ήθελαν αφενός να υποβαθμίσουν τον ρόλο της ελληνικής οπερέτας στην μουσική ζωή του τόπου κι αφετέρου να τονίσουν την απέχθειά τους προς το εν λόγω είδος. Στις σπάνιες δημοσιεύσεις τους για την ελληνική οπερέτα, οι ίδιοι υπογραμμίζουν με έμφαση τόσο το «κακό» που αυτή προκαλεί στο γούστο του κοινού και στην προσπάθεια της νεοσύστατης, σχετικά, Εθνικής Μουσικής Σχολής να διαμορφώσει μια ενιαία ελληνική μουσική γλώσσα, όσο και την «φθηνή» θεματολογία της.

  

  

Κατερίνα Μανιού: Το μοτίβο και οι ιδιότητες των σύγχρονων μουσικών δανείων ως μέσα εισαγωγής μιας νέας μορφής θεματικότητας στο έργο του Σνίτκε

 

Το παρόν κείμενο πραγματεύεται τη διευρυμένη χρήση των μοτίβων στο έργο του Σνίτκε, με τον εντοπισμό, την εξέταση και την ερμηνεία μίας επιπλέον παραμέτρου, που δεν έχει επισημανθεί από την έως τώρα έρευνα: της αναγωγής τους σε θέματα. Μέσα από την εξέταση τεσσάρων έργων, ερευνώνται συγκριτικά οι τρόποι με τους οποίους επιτυγχάνεται η “θεματικοποίηση” των μοτίβων μέσω συμπληρωματικών εργαλείων ενίσχυσης και, τελικά, υποκατάστασης της θεματικής λειτουργίας, ενώ, ταυτοχρόνως, σκιαγραφείται μια διαδρομή εκλέπτυνσης της πραγματευόμενης πρακτικής σε εναρμόνιση με την μουσική και ιδεολογική ωρίμανση του συνθέτη. Κυρίαρχο και διαχρονικό όχημα για τη “θεματικοποίηση” αποτελεί η ταύτιση των μοτίβων με παραπομπές υφών και συμβάσεων, που υποστηρίζεται από την πολλαπλασιασμένη εμβέλεια των σύγχρονων μουσικών δανείων, πράγμα για το οποίο ο Σνίτκε έχει πλήρη επίγνωση, όπως προκύπτει και από θεωρητικές του μελέτες. Το ζήτημα αυτό τοποθετείται στο πλαίσιο του γενικευμένου φαινομένου της επαναφοράς του μουσικού δανεισμού μετά το 1960, ενώ εξετάζονται οι πρωτόγνωρες δυνατότητές του με έμφαση στις πλουραλιστικές του καταβολές, στον τρόπο ενσωμάτωσής του και στις νοηματικές του προεκτάσεις. Τέλος, σε μια συνδυαστική επόπτευση των παραμέτρων του μοτίβου, της θεματικότητας, του μουσικού δανεισμού και της μουσικής εξέλιξης του Σνίτκε, προσεγγίζεται ερμηνευτικά η επιλογή του πλέον οικονομημένου μουσικού σχηματισμού, του μοτίβου, ως φορέα θεματικότητας, η οποία φαίνεται να λειτουργεί εξισορροπώντας αντικρουόμενα μουσικά ζητούμενα, παρέχοντας, τοιουτοτρόπως, λύση σε καίριους προβληματισμούς του συνθέτη.

  

  

Μαριάννα Σιδερή: Η ιστορία των τραγουδιστών του τρίτου φύλου

 

Μία σύντομη αναδρομή σε μία από τις πιο συναρπαστικές ιστορίες της ιταλικής μουσικής: την περιπέτεια εκατοντάδων νεαρών αγοριών που υπέστησαν μερικό ακρωτηριασμό προκειμένου να διατηρήσουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά μίας φωνής που νομοτελειακά βρίσκεται έξω από τη φύση τους. Οι αμφισημίες που συνοδεύουν την ιστορία της ζωής των castrati τραγουδιστών δεν περιορίζονται απλώς στον προσδιορισμό του φύλου και των ποιοτικών χαρακτηριστικών της φωνής τους, αλλά επεκτείνονται σε θέματα καταγωγής, εκπαίδευσης, επαγγελματικής δράσης και κοινωνικών σχέσεων, δυσχεραίνοντας την εκτίμηση της πραγματικής διάστασης του φαινομένου τους. Η παρούσα μελέτη, βασισμένη σε ιστορικές πηγές και στη σύγχρονη επιστημονική βιβλιογραφία, συγκεντρώνει την υπάρχουσα γνώση και συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση του κόσμου των ευνουχισμένων τραγουδιστών και της εποχής τους.

  

  

Αγγελική Σκανδάλη: Η διδασκαλία της μονωδίας στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης (1914-1940)

 

Η δημοσίευση έχει ως επίκεντρο τα αποτελέσματα έρευνας στα αρχεία του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, όπου φυλάσσονται βιβλία πράξεων της διοίκησης, προγράμματα εξετάσεων και συναυλιών, και άλλα τεκμήρια μιας πολυδιάστατης δραστηριότητας για το μελόδραμα. Καταγράφονται με λεπτομέρεια και κατά σειράν όλοι οι διδάσκοντες του μαθήματος της μονωδίας και αναζητούνται ονόματα σπουδαστών, ρεπερτόρια συναυλιών και η παραγωγή αποφοίτων με σκοπό την ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων του Κ.Ω.Θ. από την ίδρυσή του, το 1914, έως τον πόλεμο του 1940. Πρόσωπα όπως η επί μακρόν διδάξασα την μονωδία Carolina Capasso, η διάσημη από την πρότερη σταδιοδρομία της στα λυρικά θέατρα Στέλλα Κοκκίνη, αλλά και ονόματα όπως ο λυρικός τραγουδιστής εκ Θεσσαλονίκης Πέπος Μπαξεβάνος ή οι διάσημοι στην Ελλάδα και το εξωτερικό Elvira de Hidalgo και Οδυσσέας Λάππας, περνούν μπροστά από τα μάτια του αναγνώστη σε αυτή την ιστορική ανασκόπηση μιας πλούσιας δράσης για την μονωδία, που όμως έχει αφήσει ακόμα αρκετά αναπάντητα ερωτηματικά.

  

  

Νέστωρ Ταίηλορ: Η τεχνική της άρπας: συγχορδίες και αρπισμοί. Ένας οδηγός για συνθέτες και ενορχηστρωτές

 

Η παρούσα μελέτη αποτελεί μία σύντομη επισκόπηση των κυριότερων τεχνικών δυνατοτήτων της άρπας και μια περιγραφή των τυπικών διαδικασιών ενσωμάτωσής τους στην ορχηστρική γραφή, αντλώντας παραδείγματα από το ευρύτερο φάσμα της μουσικής φιλολογίας και συμπεριλαμβάνοντας ακόμη και έργα σύγχρονων εκπροσώπων της νεοελληνικής μουσικής. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται σε ζητήματα ενορχηστρωτικής πρακτικής, με λεπτομερή σχολιασμό των βασικών αρχών που διέπουν την κατασκευή α) των συγχορδιών και β) των παράγωγων αρπισμάτων, σε μια προσπάθεια κωδικοποίησης των τεχνικών δυνατοτήτων και των φυσικών περιορισμών που επηρεάζουν και, εν πολλοίς, διαμορφώνουν τα συνθετικά μας κριτήρια όταν γράφουμε για την άρπα.

 

 
© 2002-2021 Περιοδικό Πολυφωνία