αρχ. σελίδασυντακτική ομάδατρέχον τεύχοςπροηγ. τεύχηαναζήτησηοδηγίεςεπικοινωνίαenglish

 

τεύχος 19
(Φθινόπωρο 2011)

περιεχόμενα

περιλήψεις

βιογραφικά

περιλήψεις

  

Ιωάννης Φούλιας: Οι μορφές σονάτας και η θεωρητική τους εξέλιξη: Ο πέμπτος τύπος σονάτας (“σονάτα κοντσέρτου”) στην θεωρία του 20ού αιώνος και στην εποχή μας

 

Το δωδέκατο και τελευταίο τμήμα της παρούσας εκτενούς επισκόπησης της θεωρητικής εξέλιξης των μορφών σονάτας από τον 18ο έως τον 20ό αιώνα εξετάζει τις κυρίαρχες προσεγγίσεις του πέμπτου τύπου σονάτας στο πλαίσιο της μουσικής θεωρίας από τις αρχές του 20ού αιώνος και εξής. Αρχικά, μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνος, όλοι σχεδόν οι θεωρητικοί εξακολουθούν ουσιαστικά να περιγράφουν την εφαρμογή της μορφής σονάτας στο είδος του κλασσικού κοντσέρτου με όρους της θεωρίας του 19ου αιώνος. Μόνο κατά το τελευταίο τρίτο του 20ού αιώνος επιχειρείται με επιτυχία μια κριτική επαναξιολόγηση των πραγματολογικών (συνθετικών) αλλά και των θεωρητικών δεδομένων του 18ου αιώνος σε σημαντικές μελέτες των Jutta Ruile-Dronke, Charles Rosen, Konrad Küster και άλλων, προτού οι James Hepokoski και Warren Darcy παρουσιάσουν προσφάτως την πλέον εμβριθή και διεξοδική θεώρηση για την σύνθετη μορφή της σονάτας κοντσέρτου, με την οποία δεν αποκαθιστούν μονάχα την δομική αυτονομία των ορχηστρικών ritornelli, αλλά επαναπροσδιορίζουν με αξιοθαύμαστη ακρίβεια και την σχέση τους προς τις σολιστικές ενότητες στο ευρύτερο σονατοειδές πλαίσιο. Παράλληλα, δύο εναλλακτικοί τύποι σονάτας κοντσέρτου – βασισμένοι στην διμερή μορφή σονάτας και στην μορφή σονάτας χωρίς επεξεργασία, αντίστοιχα – γίνονται όλο και περισσότερο διακριτοί στην μουσική θεωρία από τα μέσα του 20ού αιώνος και έπειτα, ιδίως μάλιστα όταν το ερευνητικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε αργά μέρη κοντσέρτων της κλασσικής περιόδου.

  

  

Ιωάννης Παπαχριστόπουλος: Πτυχές του συνθετικού έργου του Δημήτρη Τερζάκη κατά την τελευταία εικοσαετία

 

Κύριο μέλημα του Δημήτρη Τερζάκη έως τις αρχές, περίπου, της δεκαετίας του 1990 ήταν αφενός μεν η παγίωση, αφετέρου δε η διακριτική μετεξέλιξη, ανανέωση και εκλέπτυνση της συνθετικής τεχνικής, την οποία είχε ήδη συγκροτήσει περί τα τέλη της δεκαετίας του 1960, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας αυστηρά προσωπικής και όλως ιδιότυπης μουσικής γλώσσας. Κατά την τελευταία, όμως, εικοσαετία οι αναζητήσεις του στον υλικοτεχνικό τομέα υποχωρούν αισθητά. Αντ’ αυτού, παρατηρείται η επικέντρωση του ενδιαφέροντός του σε άλλες πτυχές του συνθέτειν, οι οποίες μέχρι τούδε δεν είχαν αποτελέσει αντικείμενο των καλλιτεχνικών του ανησυχιών: εντατικοί πειραματισμοί με το μονοφωνικό τρόπο γραφής, αξιοποίηση των πληκτροφόρων οργάνων (πιάνο και εκκλησιαστικό όργανο), καθώς και ενασχόληση με ένα νέο είδος μουσικών έργων, στο οποίο ο ίδιος προσέδωσε τον υπερκείμενο χαρακτηρισμό “ραψωδία”.

Πρωταρχικός στόχος του παρόντος μελετήματος είναι ο συστηματικός προσδιορισμός των ουσιωδών χαρακτηριστικών των επιμέρους επιπέδων της συνθετικής δραστηριότητας του Τερζάκη μετά το 1990 καθώς και η εμπεριστατωμένη κατάδειξη των ποικίλων σχέσεων που υφίστανται μεταξύ τους. Ταυτόχρονα, επιχειρείται και η αναζήτηση των πιθανών αιτίων, τα οποία οδήγησαν το συνθέτη στη λήψη συγκεκριμένων καλλιτεχνικών αποφάσεων και τα οποία –στις περισσότερες των περιπτώσεων– συνδέονται άμεσα με την προσωπική του ιστορική, θεωρητική και αισθητική μουσική αντίληψη.

  

  

Θανάσης Τρικούπης: Σχόλια περί της χρήσης του αρμονικού διαστήματος ημιτονίου, των τελικών καταληκτικών σχηματισμών και του όρου stretto στο σολιστικό πιανιστικό έργο του Fryderyk Chopin

 

Η παρούσα εργασία αναφέρεται στη συνολική δημιουργία του Fryderyk Chopin για σόλο πιάνο και επικεντρώνεται σε τρία επί μέρους σημεία: στη διαμόρφωση των καταληκτικών σχηματισμών και στην εξελικτική τους πορεία κατά την χρονική πρόοδο της εργογραφίας του συνθέτη, στις ιδιαιτερότητες της χρήσης του αρμονικού διαστήματος ημιτονίου (διατονικού και χρωματικού) και στην ερμηνεία του όρου stretto στις πολλαπλές εφαρμογές του, τόσο μεμονωμένα όσο και σε συνδυασμό με άλλες λεκτικές ερμηνευτικές υποδείξεις. Σχετικά με τη διάρθρωση των καταληκτικών σχηματισμών, ο Chopin πειραματίζεται, ιδιαίτερα στο είδος της μαζούρκας, φτάνοντας σε πρωτοπόρα για την εποχή χαρακτηριστικά, όπως στη χρήση της αυξημένης συγχορδίας πριν από την αντίστοιχη εφαρμογή της από τον Liszt. H ανήσυχη φύση του συνθέτη διαγράφεται μέσα από τις ιδιάζουσες χρήσεις του αρμονικού ημιτονίου, το οποίο, κατά κανόνα, εμπλουτίζει ποικιλοτρόπως τη δεσπόζουσα μεθ’ εβδόμης, προσφέροντας επιπλέον αρμονικό «χρώμα» αλλά και ένταση στη λειτουργία της προαναφερόμενης συγχορδίας. Τέλος, η μελέτη των εφαρμογών του stretto καταδεικνύει ότι η χρήση του επηρεάστηκε από τη σταδιακή ωρίμανση του δημιουργού, αφού στο πρώιμο στάδιο της καλλιτεχνικής παραγωγής του ο όρος εσωκλείει ταυτόχρονα τις έννοιες της δομικής και ρυθμικής πύκνωσης, ενώ με την πάροδο του χρόνου επιλέγεται η χρήση του για την καταγραφή αποκλειστικά της δομικής κλιμάκωσης του έργου.

  

  

Μαντώ Πυλιαρού: Ένα ελληνικό αφιέρωμα στον Μπετόβεν το 1927

 

Η μελέτη αυτή παρουσιάζει ένα ελληνικό αφιέρωμα στον Μπετόβεν, το οποίο κυκλοφόρησε το 1927. Η δημιουργία του οφείλεται στον εκδότη του Φραγκέλιου, ενός αθηναϊκού μη μουσικού περιοδικού εντύπου, και έγινε με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από το θάνατο του συνθέτη.

Πρόκειται για ξεχωριστή πρωτοβουλία, καθώς οι μέχρι τότε αναφορές στον Μπετόβεν, στο χώρο του ελληνικού περιοδικού τύπου, ήταν αποσπασματικές. Στην ύλη του αφιερώματος περιέχονται κείμενα για τη ζωή, την προσωπικότητα και το έργο του μουσουργού, καθώς και σχετικά κείμενα και ποιήματα των Κώστα Σφακιανάκη, Τάκη Παπατσώνη, Καμίγ Μπελαίγκ (Camille Bellaigue), Άρτουρ Σοπενχάουερ (Arthur Schopenhauer), Αναστάσιου Δρίβα, Βασίλη Ρώτα, Λευτέρη Αλεξίου και Γ. Σταμπολή.

  

  

Νίκος Τζιούμαρης: Μουσική Βιβλιοθήκη της ΕΡΤ Α.Ε.: Η ιστορία των Μουσικών Συνόλων της Ελληνικής Ραδιοφωνίας (1938-2010) – Μέρος Α΄ (Από την ίδρυση μέχρι την δεκαετία του 1960)

 

Το παρόν άρθρο αποτελεί την πρώτη συστηματική μελέτη που αφορά τις ελληνικές ραδιοφωνικές ορχήστρες και συγκεκριμένα τα σημερινά Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ. Η έρευνά μας επικεντρώθηκε σε υπηρεσιακά έγγραφα, σε περιοδικά όπως το Ραδιοπρόγραμμα και το Τρίτο Πρόγραμμα που εξέδιδε κατά καιρούς η ελληνική ραδιοφωνία, σε καταλόγους ηχογραφήσεων, σε χειρόγραφες παρτιτούρες και σε προγράμματα συναυλιών που φυλάσσονται στα αρχεία της ΕΡΤ Α.Ε. Το θέμα μας αναπτύσσεται χρονολογικά, με σκοπό να στοιχειοθετηθεί όσο το δυνατόν επαρκέστερα η ιστορία των Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ. Γράφοντας την ιστορία αυτή, ήταν αναγκαίο να συμπεριληφθούν στοιχεία που αφορούν την γενικότερη ιστορία της ελληνικής ραδιοφωνίας, διότι οι ορχήστρες αυτές μέχρι το 1993 αποτελούσαν οργανικό κομμάτι των ραδιοφωνικών προγραμμάτων, πράγμα που σημαίνει πως η οποιαδήποτε δραστηριότητά τους υπάκουγε στην γενικότερη πολιτική που υιοθετούσε η κεντρική διεύθυνση της ραδιοφωνίας, ενώ από το 1993 και μετά τα Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ αποτελούν ξεχωριστή διεύθυνση της ελληνικής ραδιοφωνίας.

Το άρθρο αυτό περιέχει πολλά στοιχεία γύρω από το ρεπερτόριο των ορχηστρών, τους μαέστρους που τις διεύθυναν, τις συναυλιακές και ραδιοφωνικές εμφανίσεις που πραγματοποίησαν οι ορχήστρες, αλλά και γύρω από την γενικότερη πολιτική και αισθητική που υιοθετήθηκε από τις εκάστοτε διοικήσεις της ραδιοφωνίας. Όπως προέκυψε από την έρευνά μας, η επιθυμία του ακροατηρίου και η αισθητική των διοικούντων υπήρξαν οι βασικοί παράγοντες που διαμόρφωναν διαχρονικά το ύφος αυτών των ορχηστρών στην Ελλάδα.

 

 
© 2002-2021 Περιοδικό Πολυφωνία